"Ευτυχώς, η μειοψηφία των σκεπτόμενων ανθρώπων κινεί τα νήματα στη μουσική..."
Η Γιούλη Τσίρου αποτελεί μια απ' τις φωτεινές εξαιρέσεις στο συγκεχυμένο πλαίσιο του ελληνικού έντεχνου τραγουδιού.
Με φωνή φευγάτη και απογειωτική και με μια στάση ζωής που προτιμά να δουλεύει επί της ουσίας και όχι επί της δημόσιας εικόνας της, κλείνει συνομωτικά το μάτι στο κοινό που "φτερουγίζει" για επικοινωνία μέσα από ονειρικά μουσικά ταξίδια!
Διακριτικά μαχητική, θετική και κατασταλλαγμένη σε κερδίζει απ' τα πρώτα κιόλας λεπτά, γεννώντας σου τη βεβαιότητα πως μια συζήτηση με έναν άνθρωπο ουσιαστικά ισορροπημένο δεν μπορεί παρά να είναι άκρως ενδιαφέρουσα...
Τη συναντήσαμε ένα χειμωνιάτικο απόγευμα του Γενάρη στο αγαπημένο μας cafe "Πάρκο Ελευθερίας" αλλά η όμορφη συνομιλία που είχαμε μαζί της και που πραγματικά απολαύσαμε... δεν μπορούσε παρά να ζεστάνει καταλυτικά την ατμόσφαιρα!
Διαβάστε όσα μας εκμυστηρεύτηκε - σε μια "συνέντευξη-ποταμό" όπως παραδέχτηκε και η ίδια! - στο Music Corner...
Music Corner: Το τέλος της προηγούμενης χρονιάς έφερε τη κυκλοφορία του νέου σου δίσκου "Στα παζάρια του κόσμου". Πως έφτασες στην απόφαση γι' αυτό το δίσκο; Τι άλλαξε το τελευταίο διάστημα στις επιθυμίες σου;
Γιούλη Τσίρου: Η βασική μου επιθυμία να βγει αυτός ο δίσκος έγινε πραγματικότητα! (γέλια) Σ' αυτό το δίσκο φτάσαμε μετά από μια πεντάχρονη πρεοετοιμασία. Η ιδέα ήταν ενός πολύ καλού μας φίλου και εικαστικού καλλιτέχνη, του Πάνου Χαραλάμπους. Ο Πάνος είναι καθηγητής στη σχολή Καλών Τεχνών αλλά έχει μια τεράστια δισκοθήκη με ό,τι μπορείς να φανταστείς: ξένα και ελληνικά τραγούδια, από παραδοσιακά μέχρι έντεχνα και κλασσική μουσική... Μας έβαλε λοιπόν μέσα στα άδυτα της δισκοθήκης του και διαλέξαμε εκατοντάδες παραδοσιακά τραγούδια, απ' τα οποία βγήκαν τα δέκα που περιέχονται σ' αυτή τη δουλειά.
Πάντως ο Πάνος είχε ακούσει μια παλιά μου δισκογραφική δουλειά με δημοτικά τραγούδια και ήξερε πόσο μου αρέσει και με συγκινεί το παραδοσιακό τραγούδι.
M.C.: Την παραγωγή επιμελήθηκε ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Πώς είναι ως συνεργάτης;
Γ.Τ.: Ο Λαυρέντης είναι απολαυστικός! Είναι αστείος, παρορμητικός, παρεμβαίνει με υψηλή αισθητική στα πράγματα και όπως κάθε γνήσιος καλλιτέχνης, κάνει τα δύσκολα πράγματα να φαίνονται πολύ εύκολα...
M.C.: Να αναφερθούμε και εκτενέστερα στους συντελεστές αυτής της δουλειάς;
Γ.Τ.: Οι μουσικοί αυτής της δουλειάς είναι οι εξής: O Αντώνης Μιτζέλος στην ακουστική κιθάρα και στο μαντολίνο, ο Νίκος Μανιταράς στη κλασσική κιθάρα, ο Τζόρτζιο Γουάστορ στα βιολιά και ο Γιάννης Ζευγόλης στο σόλο βιολί, ο Φίλιππος Σπυρόπουλος στα κρουστά και στα τύμπανα, ο Φαίδων Λιονουδάκης στο ακορντεόν και ο Ρόντελ Φιλντς στα πλήκτρα. Στα φωνητικά με συνόδευσαν ο Φίλιππος Σπυρόπουλος, ο Κώστας Απέργης, ο Γιάννης Κώστογλου και ο Τάκης Βασαλάκης, ενώ η ενορχήστρωση ανήκει στον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και στον Δημήτρη Μπέλλο.
M.C.: Δεν θεωρείς ανατρεπτικό εώς παράτολμο να κυκλοφορήσεις ένα cd με τέτοιου είδους τραγούδια σε μια εποχή που η τεχνολογία "μπλέκεται" έντονα στα γρανάζια της δισκογραφίας, βγαίνουν συνεχώς στην επιφάνεια καινούργια μουσικά "ρεύματα" και κυριαρχεί η ομογενοποίηση του ήχου;
Γ.Τ.: Η αλήθεια είναι ότι αυτό που λες έχει συμβεί. Αυτή τη στιγμή στη δισκογραφία υπάρχει μια ισοπέδωση των ήχων, όμως γι' αυτό είναι η ελπίδα. Μέσα σ' αυτό το συρφετό από υλικά - και τα λέω υλικά γιατί δεν νομίζω ότι είναι δισκογραφικά έργα - εκφράζονται, ακόμα και απ' την εμπορική άποψη, κάποιες ιδιαίτερες απαιτήσεις του κοινού, κάποιες ιδιαιτερότητες... Αυτές οι ιδιαιτερότητες είναι η δική μου η ελπίδα. Υπάρχει κόσμος που ακούει το καλό τραγούδι, που του αρέσει να ψάχνει μέσα στα παλαιοπωλεία και να βγαίνει στα δισκοπωλεία χωρίς να ψάχνει αυτά που του επιβάλλουν... Υπάρχει κόσμος που ονειρεύεται και ταξιδεύει μέσα απ' τη μουσική. Σ' αυτό το κόσμο απευθύνεται και ο συγκεκριμένος δίσκος...
M.C.: Το νήμα που σε συνδέει με τη παράδοση "ξετυλίγεται" απ' τα παιδικά σου χρόνια;
Γ.Τ.: Οι γονείς μου αγαπούσαν πάρα πολύ το δημοτικό τραγούδι. Ο πατέρας μου καταγόταν απ' τη Μάνη και η μαμά μου ήταν Πόντια. Η μαμά ήταν πολύ καλλίφωνη και από εκείνη άκουσα όμορφα τραγούδια. Τραγουδούσε συνέχεια ποντιακά, ρώσικα επειδή είχε γεννηθεί στην Αργυρούπολη, ελληνικά έντεχνα της παλιάς εποχής όπως της Σοφίας Βέμπο και γενικά όλο το κύμα το "ελαφρό".
Ο πατέρας μου τραγουδούσε με σωστή φωνή δημοτικά έπη ...μεγάλα τραγούδια! (γέλια) Ξέρεις, με αυτά τα νανουρίσματα, τα μονότονα που λένε οι γιαγιάδες στα εγγόνια τους, κάλυπτε ώρες πολλές και με αυτό τον τρόπο με "μαγνήτιζε" μέσα στο δημοτικό τραγούδι...
M.C.: Ζούσες δηλαδή σε ένα σπίτι γεμάτο από ήχους...
Γ.Τ.: Ναι, αν και δεν ήταν μουσικοί οι γονείς μου. Είχαν σπουδάσει και οι δύο χημικοί. Όμως ήταν άνθρωποι που ζούσαν πολύ μέσα στο σπίτι τους. Διάβαζαν, τραγουδούσαν, συζητούσαν και αυτό είναι μια ζεστή ατμόσφαιρα για ένα παιδί, για ο,ποιοδήποτε παιδί...
M.C.: Ποια άλλα ακούσματα στη πορεία σε έπεισαν ότι η μουσική είναι κάτι αληθινά σοβαρό;
Γ.Τ.: Άκουγα πάντα μουσική και κυρίως έντεχνη, όπως Μίκη Θεοδωράκη και Μάνο Χατζιδάκι. Κάποια στιγμή που φύγαμε από την Ελλάδα και πήγαμε στο εξωτερικό, ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με την υπέροχη φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη και έγινα θαυμάστριά του ...εντελώς διαφορετικό απ' αυτά που άκουγα.
'Ομως στη Γερμανία που τελικά μείναμε - επειδή πήγα σε γερμανικό σχολείο - παρακολουθούσαμε όπερα πάρα πολύ τακτικά. Έτσι γνωρίστηκα με πάρα πολλά πράγματα μέσα στη μουσική και γι' αυτό ακριβώς το λόγο πιστεύω ότι σε κάθε είδος μουσικής και τραγουδιού υπάρχει η ποιότητα και το αισθητικά ωραίο...
Νιώθω τυχερή που μπόρεσα να ακούσω πολλά είδη και μπόρεσα να μου αρέσουν πολλά στοιχεία από πολλά είδη. Θεωρώ ρατσισμό να σου αρέσουν συγκεκριμένα πράγματα και να μην επιθυμείς να ακούς τίποτα άλλο πέρα από αυτά. Ακόμα και στα τραγούδια που κανένας δεν θα υπέθετε ότι μπορεί να υπάρξει κάτι καλό βγαίνουν καλά πράγματα, αρκεί να έχει κανείς τα αυτιά του ανοιχτά...
M.C.: Τι ήταν αυτό που σε προσέλκυσε τελικά ώστε να ασχοληθείς επαγγελματικά με το χώρο του τραγουδιού;
Γ.Τ.: Η τύχη! (γέλια) Σπούδασα πολιτικός μηχανικός στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο αλλά στη διάρκεια των σπουδών μου - λίγο πριν αρχίσουν αυτές για την ακρίβεια - με άκουσε να τραγουδάω δημοτικά ο Γιάννης Μαρκόπουλος και μ' έβαλε να τραγουδήσω σε δύο παλιότερους δίσκους, στο "Σεργιάνι στο κόσμο" και στις "Ρίζες".
Ήρθα αμέσως σε επαφή με έναν έντεχνο χώρο, με ένα χώρο ανθρώπων που έψαχναν πάνω στη δουλειά τους, είχαν απόψεις πάνω στις οποίες μπορούσαν να σε πείσουν και να σε εμπνεύσουν γύρω απ' τη μουσική και αυτό με σφράγισε. Βέβαια δεν άρχισα να τραγουδάω αμέσως μετά απ' τις πρώτες μου συμμετοχές...
Συνέχισα στο Πολυτεχνείο και κάποια στιγμή εντάχθηκα το 1985, εντελώς τυχαία μπορώ να πω, στη "Διαγώνιο". Ήταν η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά με τον Αντώνη Ανδρικάκη και τον Τάκη Μπουγά οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι γι' αυτή τη δουλειά.
Θυμάμαι ότι η παράστασή μας κατέβηκε σε ενάμιση μήνα αλλά ξέρεις, η καθημερινή βραδινή επαφή με το κοινό, η εμφάνιση, ο αγώνας που κάνεις για να βγεις καλός και να αρέσεις αλλά και ο αγώνας για να βρεις ρεπερτόριο και να αυτοκαθοριστείς είναι κάτι που σε μαγεύει γιατί είναι πολύ δημιουργικό. Όπως καταλαβαίνεις, μου κόλλησε το "σαράκι" και από τότε ξεκίνησα να τραγουδάω επαγγελματικά...
M.C.: Όμως το προσωπικό δισκογραφικό σου ντεμπούτο έγινε το 1988. Ήταν κάτι που το επιδίωξες ή απλά προέκυψε ως φυσική συνέχεια των δραστηριοτήτων σου;
Γ.Τ.: Η πρώτη μου δισκογραφική δουλειά οργανώθηκε στην ουσία απ' τον Γιώργο Νταλάρα, γι' αυτό και θα του είμαι ισοβίως ευγνώμων! Πίστεψε στη φωνή μου, πίστεψε ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι δισκογραφικά και να έχω κάποια άποψη στη δισκογραφία...
Ζήτησα λοιπόν τραγούδια απ' το Γιώργο Ζήκα και τη Βάσω Αλλαγιάννη και τα τραγούδησα στο πρώτο μου δίσκο που ονομαζόταν "Κάθε βράδυ τραγουδάω". Ήταν πάρα πολύ όμορφος δίσκος και μάλιστα είχαμε κάνει και ένα ντουέτο τότε μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα.
Στη συνέχεια ακολούθησε η δεύτερη δισκογραφική μου δουλειά που ήταν δοκιμές πάνω σε παραδοσιακά τραγούδια με μια, κάπως σύγχρονη, ενορχήστρωση. Απ' ότι έμαθα εκ των υστέρων, σ' αυτό το δίσκο με πρωτοάκουσε ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, έμεινε με πολύ καλές εντυπώσεις και προέκυψε μετά από πολλά χρόνια όλη αυτή η υπόθεση με τη τελευταία μου δουλειά. Πιστεύω ότι στη ζωή μας όντως παίζουν πολλά πράγματα ρόλο και κάποια απ' αυτά που θεωρείς ότι έχουν τελειώσει ξαναεμφανίζονται μετά από χρόνια... Αυτό το cd ήταν μια τέτοια περίπτωση.
M.C.: Ποια πιστεύεις όμως ότι ήταν η βαθύτερη ανάγκη που σε οδήγησε να ασχοληθείς με το τραγούδι;
Γ.Τ.: Καλή ερώτηση...! (γέλια)
M.C.: Πολλοί συνάδελφοί σου έχουν μια πανεπιστημιακή μόρφωση σαν τη δική σου αλλά θα τους ακούσεις να λένε πως "τελικά δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου εκτός απ' το τραγούδι"...
Γ.Τ.: Αυτή τη στιγμή είμαι σίγουρη γι' αυτό... αλλά στη διάρκεια της πορείας μου δεν ήμουν καθόλου σίγουρη. Ξέρεις, επειδή αυτή η δουλειά έχει πισωγυρίσματα, αγωνίες, δοκιμασίες και η ίδια η ζωή καμιά φορά φέρνει τα πάνω-κάτω, υπήρχαν στιγμές που αισθάνθηκα "έξω απ' τα νερά μου"...
M.C.: Απ' την αφετηρία της καριέρας σου τραγούδησες κλασσικούς συνθέτες. Όμως δεν φοβήθηκες τότε με ποιες άλλες συνεργασίες θα συνέχιζες στο μέλλον, όταν ήδη είχες φτάσει στο ψηλότερο σκαλί που θα μπορούσες να φτάσεις;
Γ.Τ.: Όχι... Αν θεωρήσεις ότι ξεκίνησα απ' τον Γιάννη Μαρκόπουλο και μάλιστα με το "Σεργιάνι στο κόσμο" που είναι ένας δίσκος ιστορικός στην ελληνική δισκογραφία, ήταν μία μεγάλη εμπειρία αλλά δεν ήμουν η ίδια ψηλά και ούτε θεωρώ ότι έφτασα ποτέ ψηλά... Θεωρώ ότι απέκτησα πολύ εμπειρία αλλά πολύ ψηλά δεν έχω φτάσει, σ' αυτό είμαι κάθετη και το ξέρω. Ανέκαθεν είχα ένα χαμηλό προφίλ στο χώρο και για να είμαι πολύ ειλικρινής, με ικανοποιεί και μου αρέσει.
Είμαι άνθρωπος χαμηλών τόνων, μου αρέσει η δουλειά μου αλλά συγχρόνως μου αρέσει να έχει ένα μέτρο. Η δουλειά μου προέκυψε όπως είναι ο χαρακτήρας μου... Δεν μπορώ να ασχολούμαι από το πρωί μέχρι το βράδυ τηλεφωνόντας ή τρέχοντας πίσω από χίμμαιρες ή από μια πραγματικότητα η οποία αλλάζει συνεχώς. Τοποθετώ τη δουλειά μου - τώρα ποια από πεποίθηση ενώ παλιότερα από ανάγκη - μέσα σε ορισμένα χρονικά πλαίσια και διαθέτω κάποιες άλλες στιγμές μέσα στη ζωή μου για την οικογένειά μου, τους φίλους και τη προσωπική μου χαλάρωση. Όμως μέσα σ' αυτά παρισφρύει και η δουλειά μου...
Γι' αυτό και σκέφτομαι, ακούω και τραγουδάω καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας ενώ, γύρω από ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον, συζητάμε κάποιες ιδέες με φίλους οι οποίοι είναι συγγραφείς, ποιητές, ηθοποιοί και σκηνοθέτες, άνθρωποι που γράφουν πάνω στη τέχνη, που σ' όλη τη διάρκεια της μέρας είναι δημιουργικοί, άνθρωποι που μου δίνουν και μένα πολύ έμπνευση...
M.C.: Η παρουσία σου στο χώρο είναι αρκετά διακριτική, ενώ επισήμανες πριν λίγο πως σε ικανοποιεί η αίσθηση του μέτρου. Πιστεύεις πως τα πολλά φώτα της δημοσιότητας μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη καριέρα σου;
Γ.Τ.: Μέτρο δεν έχω επιλέξει να έχω μόνο εγώ, μ' έχει επιλέξει και το μέτρο! (γέλια)
Κοίταξε να δεις, δεν ξέρω τι ακριβώς εννοούμε με αυτό το πράγμα... Φαντάζομαι πως τα φώτα της δημοσιότητας είναι μια δοκιμασία για ο,ποιονδήποτε άνθρωπο. Το ζήτημα είναι ο άνθρωπος αυτός να πατάει καλά στη γη και η γη του καθενός είναι διαφορετική. Η δική σου γη μπορεί να είναι η επαγγελματική επιτυχία, η δική μου γη μπορεί να είναι τα ταξίδια και η φυγή, κάποιου άλλου μπορεί να είναι η οικογένεια... Θέλω να σου πω πως ο καθένας αντιμετωπίζει τη δημοσιότητα ανάλογα με τον τρόπο, τα όνειρα και τον κορμό της ζωής του. Αν κάποιος είναι ισορροπημένος σε μία μεγάλη καλλιτεχνική και υψιπετή φωτεινότατη καλλιτεχνική πορεία, θα το πετύχει και μάλιστα ακόμα καλύτερα απ' ότι φανταζόμαστε γιατί είναι ισορροπημένος μέσα του. Έπειτα τα ζητήματα είναι ουσίας παρά μεγέθους...
Μπορεί κάποιος να κάνει πεντακόσιους δίσκους και να πει μονάχα ένα καλό τραγούδι και αυτό είναι μεγάλο δράμα γιατί έχεις χαραμίσει μια ολόκληρη ζωή. Κάποιος άλλος μπορεί να κάνει ένα δίσκο και να σφραγίσει το ελληνικό τραγούδι. Ξέρω αρκετούς που είναι ανάμεσά μας και με έναν ή δύο δίσκους έκλεισαν κάποια ζητήματα - προσωπικά τους σίγουρα - και σφράγισαν επί μακρόν τη πορεία του τραγουδιού...
M.C.: Θεωρείς ότι έχεις βρει τη μουσική σου ταυτότητα;
Γ.Τ.: Θεωρώ ότι την έχω βρει, ακριβώς επειδή είναι πολύ πλατιά και η γκάμα της επιλογής είναι μεγάλη. Το παραδοσιακό τραγούδι είναι ένας απύθμενος και τεράστιος χώρος και όλα τα παραδοσιακά τραγούδια συνδέονται σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Αν ακούσει κανείς το συγκεκριμένο δίσκο, θα σκεφτεί ότι υπάρχει κάτι κοινό που συνδέει όλα τα τραγούδια. Βέβαια εδώ έπαιξε ρόλο ο στίχος του δίσκου που τον υπογράφει ο Ξενοφών Μπρουτζάκης και δεν μετέφρασε τα κομμάτια, εκτός από ορισμένα, ενώ τα περισσότερα ήταν σε δυσπρόσιτες διαλέκτους. Για παράδειγμα, η ταραντέλα "Η γυναίκα είναι η λύση" ήταν σε μια τοπική γλωσσική φόρμα και τυχαία ένας φίλος μας μπόρεσε και έβγαλε περίπου το νόημα. Πάνω σ' αυτό το νόημα κινήθηκε ο Ξενοφών για να γράψει τους στίχους. Αυτό όμως δεν μπορούσε να συμβεί σε άλλα κομμάτια, όπως στα τσιγγάνικα. Είχα κάποιους φίλους που τους έβαλα να ακούσουν μερικά απ' αυτά και δεν τα καταλάβαιναν καθόλου, επειδή οι τσιγγάνοι κάθε φορά παίρνουν λέξεις απ' την τοπική τους γλώσσα και φτιάχνουν μια δική τους, οπότε δεν έχουν μια γλώσσα.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων δηλαδή, ο Ξενοφών λειτούργησε με βάση την αίσθηση της μουσικής και αυτό είναι ό,τι καλύτερο γιατί τον οδήγησε η ίδια η μουσική. Επίσης, με βάση το δεδομένο ότι έχει ένα δικό του προσωπικό ύφος πολύ σταθερό και πολύ εκπεφρασμένο μέσα σε ό,τι γράφει - γιατί είναι συγγραφέας, δεν είναι στιχουργός παρόλο που έγραφε στιχάκια πιο παλιά στους "Τερμίτες" και τώρα έγραψε και για μένα - έδωσε σε όλα τα τραγούδια μια ενιαία κατεύθυνση και αυτό είναι και το αξιοπρόσεκτο, ένα απ' τα μεγάλα ατού αυτής της δουλειάς... Απ' την άλλη πλευρά, η ενορχήστρωση του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα λειτούργησε χωρίς να απεμπολίσει τα επιμέρους ιδιώματα που έχουν οι μουσικές δίνοντάς τους ένα ενιαίο ύφος...
M.C.: Ήταν δύσκολη η επιλογή των τραγουδιών;
Γ.Τ.: Ήταν πάρα πολύ δύσκολη γιατί βρήκαμε και ακούσαμε εκατοντάδες τραγούδια αλλά μέσα απ' αυτά που δουλέψαμε, έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξουμε κάποια.
Ξεκινήσαμε επιλέγοντας τα πενήντα και έπειτα από μεγάλη προσπάθεια καταλήξαμε στα είκοσι και μετά στα δέκα, γι´αυτό και πιστεύω ότι κάθε τραγούδι του δίσκου είναι ένα μικρό διαμάντι. Αν έχει βγει αυτό μέσα απ' το δίσκο θα είναι παράσημο για εμάς, αλλά έτσι και αλλιώς τα ίδια τα τραγούδια είναι καταπληκτικά...
M.C.: Στο εισαγωγικό σημείωμα του cd αναφέρεται το εξής: "Τα παζάρια διαλαλούν παραμύθια, γι' αυτό γεμίζουν από κόσμο. Όλοι διψούν για ένα κομμάτι παραμύθι". Πιστεύεις πως η εποχή που ζούμε ενισχύει ακόμα πιο πολύ αυτή την άποψη;
Γ.Τ.: Απόλυτα... Να σου πω και κάτι άλλο, πάντα μέσα στο μυαλό του ανθρώπου υπάρχει ένας χώρος που είναι πολύ μεγάλος στη πραγματικότητα αλλά ο άνθρωπος του δίνει πολύ λίγη σημασία και είναι ο χώρος για το όνειρο και για το παραμύθι. Ονειρεύεσαι άλλες χώρες, ταξίδια, μια έρημη ακρογιαλιά, να κάθεσαι να διαβάζεις ένα βιβλίο μόνη ή να βρίσκεσαι μόνη σε μια πόλη, να ακούσεις, να φλερτάρεις, να γνωριστείς...
Σε αυτό το τεράστιο χώρο απευθύνεται και η μουσική. Αυτό ακριβώς πιστεύω πως ήθελε να πει και το προλογικό σημείωμα στο οποίο αναφέρεσαι: Σε κάθε άνθρωπο υπάρχει αυτός ο χώρος, τον οποίο επιζητεί να συναντήσει και τον χάνει συνέχεια μπροστά απ' τα μάτια του λόγω της καθημερινότητας και της πίεσης.
M.C.: Σε σένα η μουσική λειτουργεί πάντα ως το "εισιτήριο" που σε βοηθάει να δραπετεύσεις απ' τη πραγματικότητα για να ταξιδέψεις στο δικό σου παραμύθι;
Γ.Τ.: Και η μουσική αλλά και το διάβασμα ή ο κινηματογράφος... Δεν είναι μόνο η μουσική. Κάθε άνθρωπος που δουλεύει μέσα στη δική μας τη δουλειά, τη καλλιτεχνική, πρέπει να έχει μια εποπτεία που να μην οφείλεται στο επαγγελματικό συμφέρον και να στηρίζεται στο επαγγελματικό καθήκον. Πρέπει να έχει ο ίδιος τη τάση να ενημερώνεται για τα καλλιτεχνικά δρώμενα και όχι μόνο για να δραπετεύσει, αλλά για να πλουτίσει και τη δική του τέχνη...
Δεν μπορώ να καταλάβω πως ένας τραγουδιστής δεν θα πάει να παρακολουθήσει μια παράσταση ή όσες περισσότερες συναυλίες μπορεί ή δεκαπέντε καλές ταινίες. Συγκεκριμένα δεν είναι "δραπέτης", είναι ένας άνθρωπος που ζει και πάλλεται μέσα στην εποχή του και για μένα αυτή είναι η πραγματικότητα. Το ψεύτικο είναι η τηλεόραση, ο πλαστικός τρόπος ζωής και το άμμετρο κυνηγητό πίσω από αγαθά τα οποία είναι αμφίβολης ποιότητας. Το αληθινό είναι να ασχολείσαι με την ουσία των πραγμάτων και να δίνεις στην ουσία το χρόνο που της πρέπει...
M.C.: Οι κινήσεις όμως των πρωτοεμφανιζομένων καλλιτεχνών που συναντάμε τα τελευταία χρόνια δεν ακολουθούν αυτή την κατεύθυνση; Tο υπερβολικό τρέξιμο, την υπερβολική έκθεση απ' τα Μ.Μ.Ε, το εύκολο κέρδος;
Γ.Τ.: Πάντα υπήρχε αυτό... όπως σου είπα, αυτό είναι ένας πλαστικός τρόπος ζωής γι' αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι, γύρω στα σαρανταπέντε τους, χάνουν τις δυνάμεις τους ψυχολογικά, πνευματικά, επαγγελματικά και παντιοτρόπως. Όταν ασχολείσαι επί χρόνια με το κενό, τραυματίζεις ανεπανόρθωτα τη προσωπικότητά σου. Πρέπει να στραφείς στην ουσία και να ασχοληθείς με ουσιώδη πράγματα.
Να διαβάσεις, να μπεις μέσα στο πυρήνα της ζωής, να δεις τι γίνεται στη κοινωνία, να πολιτικοποιηθείς και να σκέφτεσαι περισσότερο απ' όσο βλέπεις τηλεόραση...
M.C.: Κατ' επέκταση, σε ανησυχεί το μέλλον της δισκογραφίας; Πιστεύεις ότι υπάρχουν νέοι ελπιδοφόροι καλλιτέχνες;
Γ.Τ.: Βεβαιότατα... Για να είμαι πάρα πολύ ειλικρινής... το μέλλον της δισκογραφίας δεν με ανησυχεί! Αυτές οι μειοψηφίες, που πιθανά εννοείς ότι είναι οι προβληματισμένοι άνθρωποι στην εποχή μας, είναι που κινούν τα νήματα.
Η άμορφη πλαστική μάζα δεν κινεί τίποτα, κινείται απλά και κάποιος την αναδεύει... Οι σκεπτόμενοι άνθρωποι που ανήκουν στη μειοψηφία, οι άνθρωποι που ενεργούν, όχι που δουλεύουν με την έννοια της δουλείας, είναι που παίζουν ρόλο και που ευτυχώς έχουν μέσα τους την ανησυχία για το μέλλον, γι´αυτό και σου λέω ότι δεν χάνω την ελπίδα μου. Πάντα θα υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι...
M.C.: Όταν τραγουδάς, νιώθεις ότι "εκτίθεσαι";
Γ.Τ.: Αυτό δεν είναι ένα συναίσθημα που το νιώθεις συνέχεια... Στην αρχή ένιωθα ότι ήμουν "γυμνή" και εκτεθειμένη μπροστά στο κόσμο. Αυτός είναι ο φόβος του κενού και ίσως φοβάσαι ότι θα εκτεθείς γιατί ο κόσμος μπορεί να καταλάβει ότι έχεις κάποιες ελλείψεις στη δουλειά σου. Με τα χρόνια, με την εμπειρία και με τη συνεχή σκέψη γεμίζεις από εντυπώσεις, συναισθήματα, πνευματικό πλούτο και γενικότερα πράγματα τα οποία θες κάποια στιγμή να μοιραστείς με τον κόσμο, γι' αυτό και αυτό το αίσθημα της έκθεσης αλλάζει και μεταμορφώνεται σιγά -σιγά σε ένα αίσθημα διάθεσης για επικοινωνία.
Αν έχεις να αντλήσεις πράγματα απ' τη ψυχή σου, μπορείς και να υπάρχεις μόνος σου πάνω στη σκηνή. Να σκέφτεσαι δηλαδή και να τραγουδάς ή να παίζεις κάποια πράγματα και ο άλλος να συμμετέχει σ' αυτό που κάνεις με τον εαυτό σου, ενώ ταυτόχρονα να θεωρεί και να ξέρει σίγουρα ότι το κάνεις για τον ίδιο... Εκτεθειμένος αισθάνεσαι όταν είσαι ένα άδειο δοχείο και ο καθένας μπορεί να δει μέσα από σένα.
M.C.: Ένας τραγουδιστής που δεν είναι δημιουργός, μπορεί να αισθάνεται ανασφαλής με τη σκέψη ότι δεν είναι στο χέρι του το επόμενο βήμα;
Γ.Τ.: Στην ουσία όχι, διότι εάν βρίσκεσαι μέσα σ' ένα χώρο πάντα ξέρεις τι υπάρχει εκεί και πάντα τοποθετείσαι με βάση αυτό που υπάρχει. Βέβαια πάρα πολλές φορές θες να ψάξεις και έξω απ' αυτό που υπάρχει, όπως προσωπικά έκανα με αυτό το δίσκο ή όπως κάνουν πολλοί άλλοι συνάδελφοί μου. Όμως δεν ένιωσα ποτέ έλλειψη εμπιστοσύνης ή φόβο για το μέλλον σε ό,τι αφορά τα τραγούδια και τη δισκογραφία. Δυσκολίες στη δισκογραφία υπήρξαν πολλές, αλλά δεν υπήρξε ποτέ φόβος για το ρεπερτόριο.
Εξάλλου δεν ταλαντεύτηκα πολύ γιατί ήξερα που βαδίζω. Δεν ψάχτηκα να τραγουδήσω για παράδειγμα το "Α πα πα", αν και η συγκεκριμένη καλλιτέχνιδα για την οποία μιλάμε έχει τραγουδήσει και ωραία κομμάτια.
M.C.: Δηλαδή δεν έχεις αναγκαστεί να πεις τραγούδια που δεν ήθελες, ούτε να κάνεις λάθη ή συμβιβασμούς...
Γ.Τ.: Ποτέ... Έχω κάνει πέντε προσωπικούς δίσκους. Μετά το δίσκο με τα δημοτικά και τα παραδοσιακά, συνεργάστηκα στην επόμενη δουλειά με τον Χρήστο Νικολόπουλο, τον Σταμάτη Κραουνάκη, τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, τον Αντώνη Μιτζέλο και ένα νέο συνθέτη, τον Τόλη Κετσελίδη και έπειτα ήρθε το "Ένας Αύγουστος αλήτης" με τραγούδια του Γιάννη Νικολάου απ' τους "Λαθρεπιβάτες", του Χρήστου Γιαννόπουλου και του Γιάννη Σπανού.
Μέσα σε μια δισκογραφία με πολύ καλά τραγούδια, ποτέ δεν αναγκάστηκα να τραγουδήσω κάτι που δεν ήθελα αλλά ούτε και με ανάγκασε κανείς.
M.C.: Συμβουλεύεσαι το ένστικτο στις επιλογές σου;
Γ.Τ.: Μόνο το ένστικτό μου, τίποτα άλλο... Η άλλη εκδοχή θα ήταν να λέω: "Eίναι στην αγορά τώρα δυο τσιφτετέλια που έγιναν επιτυχίες, οπότε πρέπει και ´γω οπωσδήποτε να πω ένα τσιφτετέλι"! Όχι...
M.C.: Στο σπίτι σου τι μουσική ακούς; Πες μου δυο-τρεις δίσκους που άκουσες το 2003 και πραγματικά τους ζήλεψες...
Γ.Τ.: Μου άρεσε το "Φέγγει αλλιώτικα" της Μελίνας Κανά και ο τελευταίος δίσκος της Celine Dion. Η κόρη μου είναι λάτρης της Celine Dion και κατά επέκταση και εγώ διότι αφού είναι η κόρη μου, είμαι και εγώ ...οπαδός! (γέλια)
Πάντως έχουμε πιο πολύ κλασσικά ενδιαφέροντα, για να είμαι ειλικρινής. Η κόρη μου παίζει πιάνο και είναι στο πέμπτο χρόνο φέτος...
M.C.: Έχει δηλαδή μουσική φλέβα...
Γ.Τ.: Έχει ευτυχώς μουσική φλέβα γιατί ό,ποιο δώρο και να έχει το παιδί είναι υπέρ του...
M.C.: Θα θέλατε ως οικογένεια να τη δείτε ν' ασχολείται σε επαγγελματικό επίπεδο με τη μουσική;
Γ.Τ.: Εγώ πιστεύω πως ό,τι κάνει θα το κάνει σοβαρά και χωρίς καμιά πίεση, τουλάχιστον μέχρι τότε που θα μπορούμε εμείς να τις το εξασφαλίζουμε. Άρα πιστεύω πως ό,ποιο δρόμο και να διαλέξει, θα είναι ο σωστός. Δεν είναι ο άνθρωπος που θα ασχοληθεί επιπόλαια με κάτι ή για λόγους εγωπάθειας.
M.C.: Έχεις φίλους; Τι είναι αυτό που εκτιμάς περισσότερο στη φιλία;
Γ.Τ.: Υπάρχουν οικογενειακοί φίλοι. Στη φιλία εκτιμάω πολύ τη πνευματικότητα και την ενασχόληση με πνευματικά ζητήματα παρά με κουτσομπολίστικα και "κατινίστικα"...
M.C.: Προτιμάς δηλαδή τη καλή επικοινωνία. Να βγαίνει κάτι εποικοδομητικό από μια συζήτηση...
Γ.Τ.: Ναι... Και να περνάμε ευχάριστα. Απ' τους φίλους επίσης εκτιμάω τη λεπτότητά τους και το μέτρο που έχουν στη σχέση τους, κάτι που είναι δύσκολο να το πετύχεις στα πλαίσια μιας οικογένειας. Το εφικτέο βέβαια σε μια οικογένεια είναι να το πετύχεις και να υπάρχει μια καλή συμπεριφορά και ιδιωτικός χώρος για όλους, αυτό τουλάχιστον επιδιώκουμε εμείς... Όμως σ' ένα φίλο κάτι τέτοιο το εκτιμώ πολύ.
M.C.: Πως διασκεδάζεις; Σου αρέσει να παρακολουθείς τις live εμφανίσεις των συναδέλφων σου;
Γ.Τ.: Μου αρέσει πολύ, όπως επίσης μου αρέσει πολύ να πηγαίνω να χορεύω... άγνωστοι μεταξύ αγνώστων! (γέλια)
M.C.: Τι χορούς αλήθεια;
Γ.Τ.: Έξαλλους! (γέλια) Με ενθουσιάζει αυτή η ιδέα, εκεί θα διασκέδαζα πραγματικά. Πρόσεξε όμως πως χρησιμοποίησα παρελθοντικό χρόνο, δηλαδή χρόνο ευχής... Πάντως πραγματικά θα μου άρεσε ένας ξέγνοιαστος χορός στην παραλία ή σε μια disco ή σε ένα μπαράκι. Δυστυχώς δεν έρχονται όλα όπως τα θέλουμε, αλλά διασκεδάζω και με άλλα πράγματα όπως με μια ωραία συζήτηση ή, πιο σπάνια, με την τηλεόραση αν παίζει κανένα παλιό καλό έργο ...Κυρίως με τη Σοφία Λώρεν που αρέσει πολύ και στον άντρα μου!
M.C.: Ένα καλό βιβλίο που διάβασες τελευταία και θα το σύστηνες ανεπιφύλακτα;
Γ.Τ.: "Η Μαργαρίτα και ο μετρ" του Μπουλγκάγκωφ. Είναι ένας πολύ άτυχος συγγραφέας που θεωρείται μεγάλος τώρα πια και έζησε στη πρώην Σοβιετική Ένωση. Δυστυχώς, αυτό το βιβλίο που είναι και το αριστούργημά του, δεν μπόρεσε να το δει να εκδίδεται και τελικά εκδόθηκε τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του. Είναι πραγματικά ένα πολύ ωραίο βιβλίο, μιας ταραγμένης εποχής και ενός πολύ ταραγμένου νου, για ένα πολύ πληγωμένο λαό από ένα πολύ πληγωμένο συγγραφέα.
M.C.: Πόσο εξοικιωμένη είσαι με το Internet;
Γ.Τ.: Σχεδόν καθόλου... Θα μπω κάποια στιγμή μέσα στα sites, ζητάω και τη βοήθεια των οικείων μου που ασχολούνται πιο πολύ...
M.C.: Θα επιθυμούσες να "ψαχτείς" περισσότερο πάνω σ' αυτό το θέμα;
Γ.Τ.: Πάρα πολύ ...αλλά δεν μπορώ να βρω χρόνο. Δυστυχώς οι ώρες της χαλάρωσης είναι λίγες ακόμα.
M.C.: Συμμετέχεις και σε ακόμα μία δισκογραφική δουλειά αυτή την εποχή...
Γ.Τ.: Είναι πάλι από τη Lyra και λέγεται "Ένα τσιγάρο δρόμος". Συμμετέχω με δύο τραγούδια, το "Το ίχνος" του Γιάννη Νικολάου και το "Η νύχτα θέλει" του Σταμάτη Κραουνάκη και της Λίνας Νικολακοπούλου.
Είναι επανεκτελέσεις από παλιότερα γνωστά κομμάτια. Επίσης συμμετέχουν ο Λουδοβίκος των Ανωγείων, ο Σωκράτης Μάλαμας, η Μαριώ, η Μελίνα Κανά, ο Γιάννης Παναγιωτόπουλος και ο Λάμπρος Καρελάς που δουλεύουμε φέτος μαζί στο "Χάραμα".
Είναι ένας πολυσυλλεκτικός δίσκος από διάφορα τραγούδια που αναφέρονται όλα στο τσιγάρο. Μάλιστα έχει και μια καταπληκτική εισαγωγή, η οποία είναι ιδιαίτερα δεικτική και πολύ πικρόχολη πάνω στο ζήτημα της απαγόρευσης του καπνίσματος και σατιρίζει σε μεγάλο βαθμό αυτή την υποκρισία, κάτι που μου άρεσε πολύ. Η Lyra γενικά κυκλοφορεί δίσκους με συγκεκριμένο concept και το "Ένα γράμμα στο πατέρα" είναι ένας ακόμα πολύ καλός δίσκος .
Οι δισκογραφικές δουλειές δεν χρειάζονται πια να αποτελούνται από δύο ζεϊμπέκικα, τρία τσιφτετέλια, τέσσερις ρούμπες και μια μπαλάντα. Χρειάζονται δουλειές που να έχουν ένα θέμα και μια αντίληψη και να την υπηρετούν. Με λίγα λόγια, να έχουν ένα λόγο ύπαρξης... Αυτός ο δίσκος έχει.
M.C.: Είναι και μια ευκαιρία να ακούσεις ξανά κάποια τραγούδια με μια διαφορετική άποψη, έτσι δεν είναι;
Γ.Τ.: Όταν μαζεύεις ένα σύνολο τραγουδιών που αναφέρονται σε κάποιο θέμα, σου ανοίγονται διάφοροι κόσμοι γιατί βλέπεις με ποιο τρόπο ο καθένας αντιμετωπίζει αυτό το συγκεκριμένο θέμα. Για παράδειγμα, δεν είναι μόνο το τσιγάρο που κάνει καρκίνο στους πνεύμονες διότι και πάρα πολλά άλλα πράγματα προκαλούν το ίδιο κακό, όπως η μόλυνση της ατμόσφαιρας με τα βενζόλια που κυκλοφορούν στον αέρα ή η διαδρομή μέρα παρά μέρα απ' την Εθνική Οδό που περνάς απ' τα διυλιστήρια. Όμως είναι μεγάλη υποκρισία όταν τη στιγμή που γίνονται πυρηνικές δοκιμές απ' τη Γαλλία, υπάρχουν χώροι στη Γαλλία που απαγορεύουν το κάπνισμα... Δεν λέω ότι το κάπνισμα είναι καλό, αλλά σε αυτό το δίσκο γίνεται μια γλυκειά προσέγγιση στη συνήθεια του καπνίσματος, όπως και σε κάθε συνήθεια που είναι στο μέτρο του ανθρώπου και δεν τον υπερβαίνει αλλά τον συνοδεύει καθημερινά στη συνομιλία, στη λύπη και στη χαρά. Όλα αυτά τα τραγούδια φτιάχνουν ένα πολύ γλυκό μουσικό ιντερμέτζο που σου δίνει με όμορφο τρόπο να καταλάβεις ότι το τσιγάρο είναι μες στη ζωή. Δεν σου κάνει πολιτικό κήρυγμα, ούτε φιλοσοφική ανάλυση... Το γεγονός ότι είναι βλαβερό το ξέρουμε ...Σάμπως αυτός ο καφές που πίνουμε δεν είναι βλαβερός ή μήπως γνωρίζουμε τι έχουν αυτά που τρώμε;
M.C.: Να μιλήσουμε λίγο για τις εμφανίσεις σου στο "Χάραμα";
Γ.Τ.: Eίναι πολύ ευτυχής η συγκυρία που εμφανίζομαι σε ένα κέντρο όπως το "Χάραμα" που έχει "βεβαρημένο ιστορικό", ενώ έχουν δουλέψει φοβεροί οργανοπαίχτες και έχουν τραγουδήσει σπουδαίοι καλλιτέχνες όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και η Σωτηρία Μπέλλου. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, όσο αυτοί οι άνθρωποι δούλευαν σ' αυτό το μαγαζί, ήταν κατά κάποιο τρόπο λίγο στο περιθώριο αλλά επειδή πάντα "ο εκλειπών δεδικαίωται", το"Χάραμα" πλέον μπήκε στη σωστή θέση που του ανήκει γιατί εκεί εκφράστηκαν και δημιούργησαν σημαντικοί άνθρωποι στο χώρο του τραγουδιού. Φέτος εμφανίζομαι εκεί με τη Μαριώ, τον Λάμπρο Καρελά, την Μαρία Ρουσσέα, τον Γιάννη Παναγιωτόπουλο, τον Χάρη Ντατσή και με πολύ σπουδαίους μουσικούς όπως ο Δημήτρης Λίβανος που παίζει μπουζούκι, ο πολύ καλός και μαγικός βιολιστής Σωτήρης Μαργώνης, ο Αλέκος Βαρανάκης που παίζει καταπληκτικό λαϊκό ακορντεόν, ο ευαίσθητος κιθαρίστας Θάνος Μπουκουβάλας, ο καταπληκτικός κρουστός Νίκος Τσιατσούλης, ο σημαντικός πιανίστας και πολύπλευρος μουσικός Παναγιώτης Παπαγεωργίου και ο Αλέκος Παπαγιαννόπουλος που παίζει όρθιο μπάσο και έχει κάνει την ενορχήστρωση και την επιμέλεια του προγράμματος. Οι γνώμες που παίρνουμε απ' τον κόσμο που έρχεται είναι πως το πρόγραμμα είναι πολύ καλά ισοζυγιασμένο και πως ακούνε ωραία πράγματα από ωραίες φωνές ...μας παινεύουν όλοι! (γέλια) Αυτό μας κάνει πραγματικά περήφανους γιατί ο κόσμος τιμά με την παρουσία του φέτος αυτό το χώρο, αν και διανύουμε εποχές χαλεπές...
M.C.: Τι υποσχέθηκες στον ευατό σου για τη καινούργια χρονιά και θα προσπαθήσεις να το τηρήσεις; Ή τέλος πάντων, τι είναι αυτό που εύχεσαι πάρα πολύ να σου συμβεί μέσα στο 2004;
Γ.Τ.: Ένα ταξίδι... Θέλω να κάνω ένα ταξίδι με τον άντρα μου και να πάμε κάπου.
M.C.: Σου αρέσουν γενικά τα ταξίδια;
Γ.Τ.: Μου αρέσει πάρα πολύ να ταξιδεύω, αλλά εδώ και έντεκα χρόνια που γεννήθηκε η κόρη μου ταξιδεύω σπάνια και μόνο για επαγγελματικούς λόγους. Συγκεκριμένα ταξίδεψα μόνο τα δύο τελευταία καλοκαίρια γιατί είχαμε πολλές υποχρεώσεις εν Αθήναις...
M.C.: Ποια χώρα σου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις;
Γ.Τ.: Τις καλύτερες εντυπώσεις μου έχει αφήσει το Παρίσι που έχω ζήσει εκεί γύρω στους έξι μήνες. Θα 'θελα πραγματικά πάρα πολύ να ζήσω στο Παρίσι... Δεν την εγκαταλείπω ποτέ αυτή την ιδέα απ' το μυαλό μου, παρότι ξέρω πως δεν θα συμβεί ...Για τα όνειρα ζούμε έτσι και αλλιώς. Τα απραγματοποίητα είναι μια τεράστια έρημος μπροστά στη μικρή νησίδα της ζωής μας και σε αυτά που έχουμε πραγματοποιήσει. Όνειρό μου επίσης είναι να ταξιδέψω στην Αίγυπτο αλλά υπάρχει μια τρομακτική πληγή που αιμορραγεί πια εδώ και δεκαετίες. Είμαι πεπεισμένη ότι όλη αυτή η υπόθεση "τρέφεται" από κάποια συγκεκριμένα συμφέροντα που υποδαυλίζουν συνεχώς τις θρησκευτικές διχόνοιες γιατί αν ήθελαν να σταματήσει η αιμορραγία σ' αυτό το χώρο, θα είχε ήδη σταματήσει. Αγάπησα πάρα πολύ τη Γερμανία γιατί έζησα εκεί πολλά χρόνια και έμαθα πολλά πράγματα για την Ευρωπαϊκή κουλτούρα. Θεωρώ ότι είναι μια απ' τις σημαίνουσες χώρες της Ευρώπης και οι άνθρωποι της είναι γενναιόδωροι και πολύ ανεπτυγμένοι ως πνευματικά πρόσωπα. Προσωπικά τους αγάπησα πάρα πολύ γιατί μ' αγάπησαν και εκείνοι χωρίς ρατσισμούς, ενώ οι καλύτεροι φίλοι που είχα ποτέ στη ζωή μου ήταν Γερμανοί. Επίσης μου άρεσε πάρα πολύ και θα 'θελα να ξαναπάω κάποια στιγμή - δεν ξέρω βέβαια υπό ποιες συνθήκες - στη Κριμαία, στο Καύκασο όπου βρέθηκα σ'ένα παιδικό φεστιβάλ και τραγούδησα ...παράφωνα! Οι Ρώσοι είναι πολύ υπομονετικοί άνθρωποι και με άκουσαν με μεγάλη υπομονή, ενώ θα περίμενε κανείς πως με τον τρόπο που τραγουδούσα θα έπρεπε να με στείλουν στο Άουσβιτς! (γέλια) Τότε θυμάμαι πως είχα περάσει και απ' τη Μόσχα, η οποία με εντυπωσίασε για την αυτοκρατορική μεγαλοπρέπειά της. Θέλω να πω και ένα εξωτικό όνομα από καθήκον αλλά είναι και μια διακαής επιθυμία να πάω...στο Μπαλί!
M.C.: Και εντός Ελλάδος;
Γ.Τ.: Όλη η Ελλάδα... Η Τήνος που είναι η πατρίδα του άντρα μου και μ' αρέσει πιο πολύ απ' όλα τα Κυκλαδονήσια. Η Μονεμβασιά, η Θεσσαλονίκη και η Κρήτη που είναι καταπληκτική και απ' τα ωραιότερα μέρη στο κόσμο. Κυρίως για εμάς που έχουμε ζήσει στο εξωτερικό και ξέρουμε τι σημαίνει ο πόνος της πατρίδας - και μάλιστα σε εποχές περίεργες που δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε εύκολα - η Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι το άπιαστο όνειρο... Ακόμα και τώρα που ζω εδώ, κάθε στιγμή ανακαλύπτω κάτι όμορφο. Γι' αυτό και λένε ότι την Ελλάδα την ανακαλύπτεις καλά όταν τη βλέπεις απέξω ...όπως και καθετί βέβαια.
M.C.: Σ' ευχαριστούμε πολύ για την όμορφη κουβεντούλα, σου εύχομαι μια πολύ ευτυχισμένη και δημιουργική χρονιά και όλα να κυλήσουν επαγγελματικά σύμφωνα με τις επιθυμίες σου...
Γ.Τ.: Σ' ευχαριστώ πολύ, να 'σαι καλά... Εύχομαι το internet να εμπλουτίζεται απ' το Music Corner όσο γίνεται πιο πολύ και πιο καλά ...από "συνεντεύξεις-ποταμούς" σαν αυτή! (γέλια)